Δευτέρα 10 Φεβρουαρίου 2014

Φωνολογικό έλλειμμα και Δυσλεξία








«ΦΩΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΛΛΕΙΜΑ ΚΑΙ ΔΥΣΛΕΞΙΑ»




ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ


1. Εισαγωγή ...................................................................................................................... 3


2. Είδη Δυσλεξίας …………………………….………………………………………….3


3. Το «φωνολογικό έλλειμμα» και οι επιπτώσεις του ………...………………………....3


4. Δυσλεξία και βαθμός γλωσσικής διαφάνειας …...…………………………………….4


5. Επίλογος ……………………………………………………………………………….5


6. Βιβλιογραφία …………………………………………………………………………..6





«ΦΩΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΛΛΕΙΜΑ ΚΑΙ ΔΥΣΛΕΞΙΑ»

1. Εισαγωγή
   Η πραγμάτωση της ανάγνωσης είναι αποτέλεσμα της διαλεκτικής ενότητας αποκωδικοποίησης και κατανόησης. Η αποκωδικοποίηση, καταρχάς, σημαίνει αναγνώριση των συμβόλων της γραφής και των φωνημάτων που αυτά συμβολίζουν, κατανόηση του ότι υπάρχει αλληλεξάρτηση ανάμεσα στα φωνήματα κάθε λέξης και ικανότητα ανάλυσης των φωνημάτων της λέξης, όπως αυτά συνδυάζονται, για να προκύψει η κάθε λέξη. Όμως: «Είναι δυνατόν κάποιο άτομο με υψηλό διανοητικό επίπεδο να παρουσιάζει μειωμένη ικανότητα στην αναγνώριση και επεξεργασία της φωνολογικής δομής των λέξεων, όπως ισχύει στις περιπτώσεις δυσλεξίας.» (Αθανασιάδη, 2000).

2. Είδη Δυσλεξίας
   Η Δυσλεξία μπορεί να είναι ακουστική, οπότε ερμηνεύεται ως ένα είδος «κωφότητας φθόγγων» ή «τύφλωσης των φθογγικών αποχρώσεων». Στην περίπτωση αυτή το δυσλεξικό άτομο δυσκολεύεται να διακρίνει φθόγγους που μοιάζουν ηχητικά, δεν «ακούει» τον τονισμό, ιδίως στα παρώνυμα, ακόμα και τις καταλήξεις των λέξεων. Επίσης δυσκολεύεται να μετατρέψει τα γραφήματα σε φωνήματα και στην ανάλυση των λέξεων σε μικρότερες ηχητικές ενότητες ή/και στη σύνθεση των ήχων σε λέξεις. Για αυτό ακριβώς, διαβάζει τις λέξεις ολικά και δεν μπορεί να αντιμετωπίσει λέξεις που δεν εμπεριέχονται στο οπτικό του λεξιλόγιο. Ανταποκρίνεται, λοιπόν,  σε ολικές μεθόδους διδασκαλίας ανάγνωσης και γραφής.  
   Η Δυσλεξία, επίσης, μπορεί να είναι οπτική, οπότε τα δυσλεξικά άτομα δεν συγκρατούν τις λεπτές διαφορές ανάμεσα σε γράμματα, αριθμούς, σχήματα, μαθηματικά σύμβολα ή λέξεις που μοιάζουν οπτικά. Αναγνωρίζουν με δυσκολία τις λέξεις (ολικά) και συμπεριφέρονται σα να βλέπουν για πρώτη φορά λέξεις που έχουν ξαναδεί. Θα μπορούσαν όμως να διδαχτούν ανάγνωση και γραφή με φωνητικές μεθόδους με αξιοποίηση της αντιστοιχίας γραφήματος φωνήματος.
   Η Δυσλεξία, μπορεί, τέλος να είναι μικτή, οπότε στο ίδιο δυσλεξικό άτομο συνυπάρχουν οι προαναφερθείσες δυσλειτουργίες, άρα και η παρέμβαση πρέπει να είναι ανάλογη με συνδυαστική αξιοποίηση της φωνημικής και της ολικής μεθόδου αλλά και ενός επιπλέον κιναισθητικού διαύλου παρέμβασης (Μάρκου, 1998).

3. Το «φωνολογικό έλλειμμα» και οι επιπτώσεις του
    Κάνοντας λόγο για «φωνολογικό έλλειμμα» προσδιορίζουμε ή/και περιγράφουμε αδυναμίες στην αντίληψη ή το χειρισμό των φωνολογικών μονάδων του προφορικού λόγου που έχουν ως αποτέλεσμα δυσκολίες στην αντιστοίχιση του προφορικού με τον γραπτό λόγο. Δηλαδή, η Δυσλεξία αφορά στη διαταραχή της ικανότητας για αποκωδικοποίηση, καθώς «προσβάλλει» την επεξεργασία της φωνημικής πληροφορίας, προκαλώντας προβλήματα στη χρήση, την ανάκτηση και τη διατήρηση της στη μνήμη, δημιουργεί δηλαδή προβλήματα φωνολογικής επίγνωσης, η οποία συνίσταται στην κατανόηση από το άτομο ότι οι λέξεις είναι κατατμητέες  στα φωνολογικά τους συστατικά, καθώς και στην εργασία με μεμονωμένους ήχους ή μικρότερα φωνολογικά στοιχεία, προκειμένου να παραγάγει μια συγκεκριμένη λέξη. Επιπλέον, μια σειρά ερευνητικών δεδομένων επιβεβαιώνουν την ισχυρή σχέση ανάμεσα στη φωνολογική επίγνωση και την αναγνωστική ικανότητα (Στασινός, 2009). Δηλαδή οι δυσκολίες των δυσλεξικών ατόμων στην αποκωδικοποίηση των λέξεων οφείλονται σε μειονεξίες αναφορικά με το φωνολογικό σύστημα και όχι σε άλλες γλωσσικές μειονεξίες.»
   Οι προαναφερθείσες ικανότητες εμπλέκονται άμεσα στην εκμάθηση της ανάγνωσης, της γραφής και της ορθογραφίας – της ορθής γραφής, ιδίως στα αλφαβητικά συστήματα γραφής. Η ορθογραφία, το σύστημα γραφής μιας γλώσσας, βεβαίως, συμβάλλει αποφασιστικά στην αποκωδικοποίηση και, προφανώς, εξαρτάται (και) από αυτήν. Η ικανότητα για ορθογραφημένη γραφή βρίσκεται σε άμεση διασύνδεση με την αναγνωστική. Η πράξη της γραφής, ως φαίνεται, συμβαίνει σε δύο τουλάχιστον στάδια, ένα γλωσσικό και ένα κινητικό – εκφραστικό. Το πρώτα αφορά στη μετατροπή, τη μετάφραση,  τρόπον τινά, των οπτικών ή/και ακουστικών πληροφοριών σε μονάδες του γλωσσικού κώδικα,  δηλαδή σε σύμβολα. Πρόκειται για μια διαδικασία η οποία, προφανώς,  απαιτεί τη γνώση και την εφαρμογή των γραμματικοσυντακτικών κανόνων.
   Η θεωρητική συζήτηση ενός παιδαγωγικού προσανατολισμού για τη Δυσλεξία συγκλίνει στην άποψη ότι αυτή είναι  μια «λεπτή» διαταραχή του λόγου που προκύπτει από ανεπάρκειες φωνολογικής κωδικοποίησης. Πρόσφατες έρευνες τείνουν να αποκαλύψουν ότι ο πυρήνας του ελλείμματος της φωνολογικής επεξεργασίας του δυσλεξικού είναι “pre-lexical”, δηλαδή σε ένα στάδιο επεξεργασίας κατά το οποίο  δεν έχει ολοκληρωθεί η αναγνώριση της λέξης, άρα δεν μπορεί να είναι, ακόμη, στη φάση αυτή,  γνωστή η σημασία της.
   Τρία είδη φωνολογικής επεξεργασίας στην αλληλοσχέση τους είναι άμεσα συνδεόμενα με την ικανότητα ανάγνωσης και γραφής, καθώς και με τα σχετικά ελλείμματα στους τομείς αυτούς: φωνολογική επίγνωση, φωνολογική μνήμη και ταχύτητα ανάκλησης. (Βούλγαρης, 2010). Η πρώτη αφορά στην ικανότητα πρόσβασης στην φωνημική δομή της γλώσσας, προφορικής και γραπτής. Είναι δηλαδή ζήτημα φωνολογικής επίγνωσης, καθώς αφορά στο να έχει το άτομο ακριβή αντίληψη ή όλων των φθόγγων και των φωνημάτων που απαντούν σε μια φωνούμενη λέξη (Στασινός, ο. π.). Η δεύτερη έχει να κάνει με την κωδικοποίηση των φωνολογικών πληροφοριών, δηλαδή με τη μετατροπή μη φωνολογικών πληροφοριών σε φωνολογικές, και τη συγκράτησή τους στο «φωνολογικό κανάλι» της ενεργού μνήμης. Η συγκεκριμένη, βραχυπρόθεσμη μνήμη είναι η φωνολογική μνήμη στην οποία εγγράφονται οι φθόγγοι της ομιλίας (Στασινός, ο. π.). Η τρίτη, τέλος, αφορά στην ικανότητα και ταχύτητα ανάκτησης των φωνολογικών πληροφοριών από τη μακροπρόθεσμη μνήμη.

4. Δυσλεξία και βαθμός γλωσσικής διαφάνειας
   Οι φωνολογικής φύσεως δυσκολίες που προαναφέρθηκαν δεν αφορούν ή, ορθότερα,  δεν αφορούν ομοιότροπα το σύνολο των ομιλούμενων γλωσσών του κόσμου, καθώς η εμφάνιση της δυσλεξίας δεν επηρεάζεται από τη φύση του ορθογραφικού συστήματος μιας γλώσσας, καθώς εμφανίζεται εξίσου σε άτομα που μιλούν γλώσσες που χαρακτηρίζονται ως φωνολογικά «διαφανείς» ή «επιφανειακές» (π.χ. Ελληνικά) και σε άτομα που μιλούν «μη διαφανείς» (π.χ. Αγγλικά). «Συνοψίζοντας τις παρατηρήσεις που έχουν γίνει σε διάφορες χώρες η Grigorenko διαπιστώνει, πρώτον, ότι τα λάθη των δυσλεξικών ατόμων είναι σημαντικώς λιγότερα σε "επιφανειακές" από ό, τι σε άλλες γλώσσες. Παρόλα αυτά στις "επιφανειακές" γλώσσες τα δυσλεξικά άτομα πάντα παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές σε σχέση με άτομα που έχουν κανονικές ικανότητες στην ανάγνωση» (Κωστόπουλος, 2013). Ο βαθμός αντιστοιχίας γράμματος-ήχου που επιτυγχάνεται στο σύστημα μίας γλώσσας, δημιουργεί λιγότερα ή περισσότερα προβλήματα στο δυσλεξικό άτομο. Αναμένεται, έτσι ότι ένας Έλληνας δυσλεξικός έχει να αντιμετωπίσει λιγότερες δυσκολίες κατά την εκμάθηση της ανάγνωσης και της ορθογραφίας από έναν Άγγλο, δεδομένου του βαθμού διαφάνειας και αδιαφάνειας της Ελληνικής και της Αγγλικής, αντίστοιχα. Έχει υποστηριχθεί ότι «ότι οι πιο διαυγείς γλώσσες (όπως η Γερμανική, η Ελληνική, η Ιταλική ή η Γιαπωνέζικη) παράγουν λιγότερα και διαφορετικά είδη λαθών από τις λιγότερο διαυγείς γλώσσες (όπως η Αγγλική, η Δανέζικη ή η Γαλλική) και οι ίδιες αρχές ισχύουν, επίσης, για το είδος και το ποσοστό των λαθών στην ορθογραφία.» (Pavlidis & Giannouli, 2003). Μια τέτοια διαγλωσσική προσέγγιση του φαινομένου της Δυσλεξίας έχει πολλά να προσφέρει στη σχετική έρευνα.

5. Επίλογος
   «Η ομιλία, η ακρόαση, η ανάγνωση, η γραφή και η ορθογραφία αποκαλύπτουν τη ρωμαλέα συμβολική σκέψη που διακρίνει το ανθρώπινο γένος. […] Η ανάλυση της γλώσσας περιλαμβάνει την ακρόαση και την ανάγνωση, οι οποίες είναι προσληπτικές δεξιότητες επικοινωνίας, και την ομιλία και τη γραφή (συμπεριλαμβανομένης της ορθογραφίας), οι οποίες είναι δεξιότητες έκφρασης.» (Pumfrey, 1998). Η έγκαιρη διάγνωση της δυσλεξίας, η αξιολόγηση του μαθησιακού προφίλ του ατόμου που τη φέρει και η αντίστοιχη διδακτική παρέμβαση δύνανται να καταστήσουν και τα δυσλεξικά άτομα κοινωνούς του γνωστικού πλούτου της ανθρωπότητας στο πλαίσιο μιας ολικής εκπαίδευσης στην αυγή του 21ου αιώνα.
 Βιβλιογραφία

  1. Αθανασιάδη, Ε. (2001). Η Δυσλεξία και πώς αντιμετωπίζεται. Αθήνα: Καστανιώτης.
  2. Βούλγαρης, Δ. (2010). Η υπόθεση φωνολογικού ελλείμματος στη δυσλεξία – εκπαιδευτικές προεκτάσεις. Ανακτημένο τον 06/2010 από το διαδικτυακό τόπο http: // www. blogs.sch.gr/kdayles/files/2010/06/voulgaris.pdf 
  3. Καραντζής, Ι. (2001). Τα προβλήματα της μνήμης των παιδιών με μαθησιακές δυσκολίες στην αριθμητική και την ανάγνωση. Αθήνα: Τυπωθήτω.
  4. Καραπέτσας, Α. (1997). Η Δυσλεξία στο παιδί. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
  5. Μαρκοβίτης, Μ. & Μ. Τζουριάδου (1991), Μαθησιακές Δυσκολίες: Θεωρία και Πράξη. Εκδόσεις  Προμηθεύς.
  6. Μάρκου, Σ. Δυσλεξία (1998). Αριστεροχειρία Κινητική αδεξιότητα Υπερκινητικότητα Θεωρία Διάγνωση και Αντιμετώπιση με ειδικές ασκήσεις. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
  7. Παντελιάδου, Σ. (2000). Μαθησιακές Δυσκολίες και Εκπαιδευτική Πράξη. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
  8. Pavlidis, G. Th. & Giannouli, V. (2003) “Spelling Errors Accurately Differentiate USA-English Speakers from Greek Dyslexics: Implications for Causality and Treatment”. In: Joshi, R.M., Leong, C.K & Kaczmarek, L.J. (eds) “Literacy Acquisition: The Role of Phonology, Morphology and Orthography’’. Washington, IOS Press.
  9. Pumfrey, P. (1998). Ειδική Αναπτυξιακή Δυσλεξία: Προέλευση, εντοπισμός, αντιμετώπιση» στο Ε. Τάφα (επιμ.) Συνεκπαίδευση παιδιών με και χωρίς προβλήματα μάθησης και συμπεριφοράς. Αθήνα: Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα.
  10. Στασινός, Δ. (2009). Ψυχολογία του λόγου και της γλώσσας. Αθήνα: Gutenberg.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου